Τα Δώρα Πάσχα και Χριστουγέννων καθιερώθηκαν για τους μισθωτούς βάσει των διατάξεων του αναγκαστικού νόμου 1771/1951, όπως ισχύει σήμερα.
Για φέτος, το Δώρο του Πάσχα πρέπει να καταβληθεί σε όλους τους εργαζόμενους έως την Μεγάλη Τετάρτη 15 Απριλίου, το αργότερο.
Το Δώρο δικαιούνται όλοι όσοι απασχολούνται με σχέση εξαρτημένης εργασίας και υπολογίζεται σύμφωνα με την αμοιβή του υπαλλήλου κατά την 15η μέρα πριν από το Πάσχα με μισό μηνιαίο μισθό. 
Το Δώρο αποδίδεται στο σύνολό του, όπως ως άνω υπολογίζεται, εάν η εργασιακή σχέση διαρκεί τουλάχιστον από την 1η Ιανουαρίου έως τις 30 Απριλίου.  Εφόσον η διάρκεια της εργασιακής σχέσης είναι μικρότερη, τότε χορηγείται αναλογία του Δώρου.
Στον υπολογισμό του Δώρου συνυπολογίζονται όλες οι αποδοχές του υπαλλήλου, ήτοι:
• Η αμοιβή της υπερεργασίας και υπερωρίας, όταν πραγματοποιούνται τακτικά.
• Το τυχόν επίδομα ισολογισμού.
• Το επίδομα αδείας (εφόσον καταβλήθηκε μεταξύ 1ης Ιανουαρίου και 30 Απριλίου).
• Τα οδοιπορικά, υπό την προϋπόθεση ότι δεν υπόκεινται σε απόδοση λογαριασμού και παρέχονται άνευ υποχρέωσης υπηρεσιακής μετακίνησης του μισθωτού.
Όσοι απασχολούν προσωπικό με εκ περιτροπής εργασία, ήτοι για μερικές ημέρες την εβδομάδα με πλήρες ωράριο, πρέπει να αποδώσουν στους συγκεκριμένους εργαζόμενους Δώρο Πάσχα ίσο με δύο ημερομίσθια για κάθε 13 που πραγματοποιούν από την 1η Ιανουαρίου έως τις 30 Απριλίου και το μισό επίδομα που αναλογεί στις ημέρες κατά τις οποίες δεν προσέφεραν την εργασία τους.
Στις περιπτώσεις μερικής απασχόλησης, για τον υπολογισμό του Δώρου λαμβάνεται υπόψη ο μέσος όρος των αποδοχών του εργαζομένου.
Το Δώρο Πάσχα υπόκειται κανονικά σε ασφαλιστικές κρατήσεις.