H εφαρμογή της υποχρέωσης εξόφλησης αγοράς προϊόντων άνω των 3.000 ευρώ μέσω Τράπεζας αρχίζει από  1η Απριλίου 2011. Διευκρινίζεται ότι από την 1η Δεκεμβρίου 2012, το παραπάνω ποσό θα μειωθεί περαιτέρω στα 1.500 ευρώ.

Στις σχετικές διατάξεις εμπίπτουν:
1. Οι προκαταβολές ή τμηματικές καταβολές που εισπράττονται και αφορούν σε συναλλαγές συνολικού ποσού άνω των προαναφερθέντων κατώτατων ορίων, ανεξάρτητα από το ποσό της κάθε τμηματικής καταβολής ή προκαταβολής.
2. Η περίπτωση πώλησης αγαθών σε ιδιώτη «με ανταλλαγή», για το ποσό που αφορά στη διαφορά της αξίας που προκύπτει και εφόσον αυτή υπερβαίνει το όριο.
3. Η περίπτωση αλλαγής αγαθών που έχουν πωληθεί λιανικώς, για το ποσό που αφορά στη διαφορά της αξίας που προκύπτει και εφόσον αυτή υπερβαίνει το όριο.
4. Η περίπτωση συναλλαγής που εξοφλείται με εκχώρηση δανείου από τον ιδιώτη και κατάθεση του ποσού στον λογαριασμό του επιτηδευματία, για το τυχόν υπολειπόμενο ποσό, ανεξάρτητα από την αξία του, εφόσον η τιμολογούμενη αξία της συναλλαγής υπερβαίνει το κατώτατο όριο.

Αντίθετα, στις υποχρεώσεις της συγκεκριμένης απόφασης δεν εμπίπτουν:
1. Συναλλαγές που εξαιρούνται βάσει συγκεκριμένων διατάξεων του ΚΒΣ  και
2. Αγορές αγαθών ή υπηρεσιών, που το αντίτιμο της αξίας καλύπτεται με διαδοχικές καταβολές διαφορετικών προσώπων (λίστα γάμου). Το τυχόν επιπλέον, όμως, ποσό εξοφλείται από τον τελικό καταναλωτή μέσω Τράπεζας, εφόσον η συνολική αξία της συναλλαγής υπερβαίνει το κατώτατο όριο.

Σε εξαιρετικές περιπτώσεις συναλλαγών κατά τις οποίες δεν είναι δυνατή η εξόφληση σύμφωνα με τα προβλεπόμενα, για αντικειμενικούς λόγους, θα ακολουθείται η εξής ειδική διαδικασία:
• Έκδοση λογιστικού παραστατικού «απόδειξη είσπραξης μετρητών ή παραλαβής αξιογράφων» από τον επιτηδευματία, κατά τον χρόνο είσπραξης, στο οποίο θα αναγράφονται το ποσό, ο τρόπος εξόφλησης, η αιτιολογία, και ο α/α του παραστατικού.
• Κατάθεση του ποσού, από τον επιτηδευματία, εντός δύο εργάσιμων ημερών από την έκδοση του παραστατικού, σε τραπεζικό λογαριασμό που τηρεί.

Σημειώνεται ότι, σε περίπτωση παραλείψεων ή μη τήρησης των οριζομένων στην απόφαση, θα επιβάλλονται αυστηρές κυρώσεις, ανά φορολογικό έλεγχο (άρθρου 5, παρ. 1 και 2α ν. 2523/1997).